Συνέντευξη στον ΓΙΩΡΓΟ ΚΙΟΥΣΗ
«Η ιστορία, το κείμενο, περιστρέφεται γύρω απ’ τη ζωή, τη μοναδική ζωή και σχέση μάνας και κόρης, κι ας γίνεται αυτό μέσα από την απώλεια. Οι μνήμες τριγυρνούν και πατούν -όπως το διάβασα προσωπικά- στο δωμάτιο ενός σπιτιού με χαρακτήρα, ενός σπιτιού σε νησί, που τα παράθυρά του είναι βαμμένα με χοντροκόκκινο -παλιότερα ίσως με το αχνό πράσινο του τσιμέντου- τα τζαμιλίκια λευκά και τρυφερά φθαρμένα. Η θέα, μέσα και έξω πράσινη και γαλανή, με τ’ αγαπημένα της φύσης: την αγγελικούλα, τ’ αγιόκλημα, το σαλκίμι (γλυσίνα), τις καμπανούλες, βεβαίως τον πλάτανο και το γιασεμί που πρωταγωνιστούν στο κείμενο, αλλά και τον ουρανό και τη θάλασσα, κυρίως τη θάλασσα. Τα υλικά που χρειάστηκαν, και όχι όλα μαζί αλλά σιγά σιγά: Τρεις φωτογραφίες, δυο γράμματα και λίγες κάρτες από την Αμερική από το αρχείο της συγγραφέα· ακόμη, αγγελικούλα απ’ την αυλή, γιασεμί απ’ την γλάστρα και σύντομες βόλτες στη γειτονιά για γλυσίνα, αγιόκλημα και πλατανόφυλλα· λίγη άμμος από την παραλία του Μαραθώνα· φευγαλέες εικόνες κοκκινολαίμη, το πέταγμα μια πεταλούδας, μιας μέλισσας. ένα πορτοκάλι, αβγόξιδο, βαμβακερό χαρτί και σκόνες χρώματος».
Με αφορμή μια δημοσιευμένη εικόνα της Φωτεινής Στεφανίδη ρωτάμε τη ζωγράφο πώς και τι. Πώς δημιουργείται εικονογραφικά ένα βιβλίο, αυτό το βιβλίο.
Τις προάλλες είδαμε στο διαδίκτυο μια εικόνα σου. Αμέσως αναρωτιέται κανείς: Γιατί είναι γυρισμένη στο πλάι; Κοιτάζοντας πιο προσεκτικά, η εικόνα αυτή στέκει σωστά. Από που προέρχεται;
Είναι από το βιβλίο της Φωτεινής Φραγκούλη «Το τραγούδι της Περσεφόνης», εκδ. «Ελληνικά Γράμματα», 2005. Δυστυχώς, σήμερα βρίσκεται εκτός κυκλοφορίας. Βιβλίο βασισμένο σ’ ένα κείμενο συναισθημάτων, μνήμης, εικόνων. Ταξίδι μετανάστευσης και παλινόστησης, με χρώμα, άρωμα, τραγούδι, παραμύθι, παιχνίδι, γεύσεις, ένα ταξίδι με το νου.
Τις περισσότερες φορές, μία εικόνα είναι αρκετή για να βάλει σε κλίμα τον αναγνώστη, πλην κλείνει μέσα της πολλά μυστικά. Πάμε βήμα βήμα και θα έρθει η εξήγηση.
Ωραία. Κρατάς το κείμενο στα χέρια σου. Πώς ξεκινάς;
Σχεδιάζω την έκδοση. Έχει δοθεί οριζόντιο σχήμα· προσφέρεται για περιπλάνηση. Υπολογίζω χοντρικά τον χώρο του κειμένου. Έρχεται η ώρα της γραμματοσειράς. Ο λόγος αποπνέει παλιά, γλυκά χρόνια, και τα δικά μου παιδικά, κι έτσι σχεδόν χωρίς καμία δοκιμή πάω στην «attica» ή αλλιώς «νεοελληνική», αυτήν του αναγνωστικού μας. Μα τι γράμμα, μαργαριτάρι, σαν αυτά στο κολιεδάκι της μικρής Ροδιάς, της ηρωΐδας. Δένει. Και πάμε στο καθαρά εικαστικό μέρος.
Προτιμώ να μην κάνω τα πραγματικά ταξίδια. Επιχειρώ τα νοερά, τα ψυχικά. Μπαίνω με το νου στο δωμάτιο της επιστροφής, του πατρικού, που όμως έμεινε άδειο, έμεινε μόνο, κι έχει κι αυτό να πει πολλά. Απομονώνω μια φανταστική φρίζα περιπλάνησης και ό,τι πιάσει: Τοίχο, παντζούρι, τζαμιλίκι, θέα από το παράθυρο. Όλα στο ύψος του βλέμματος. Ζωγραφίζω λοιπόν τη φρίζα αυτή συμβολικά. Κόβω το χαρτί στο ύψος του βιβλίου και ορίζω ένα μήκος γύρω στα τρία μέτρα. Εκεί βάζω τα παραπάνω. Η φρίζα είναι μοναχική. Το μόνο ζωγραφιστό στοιχείο η λιτή ζωγραφική και τα λίγα σχέδια από παιδάκι στους τοίχους και στο παράθυρο.
Έχουμε λοιπόν μια ζωγραφιά τριών μέτρων. Και;
Έχω στήσει το κείμενο στο προκασέ, με τη φρίζα κοντά μου. Και κόβω. Απαλά, με το χέρι. Τα στήνω σιγά, δειλά, μέσα στο βιβλίο. Κι αρχίζουν οι λέξεις να γίνονται εικόνες και να πετούν κι ν’ αφήνουν τη σκιούλα τους στους τοίχους, να στέκονται στο περβάζι, τις βλέπουμε σκαρφαλωμένες στις αγγελικούλες του παραθύρου, ε, να, και σχοινάκι παίζουν στο πλάι του παντζουριού. Και, ναι, το νησί είναι η Μυτιλήνη, και τώρα που το σκέφτομαι, το είπε ο μυτιληνιός Θεόφιλος: «Τα ζωγραφιστά ψωμιά δεν πέφτουν». Πώς να πέσουν, ζωγραφιστές, μάνα και κόρη;
Η συνέχεια στον λόγο, στις εικόνες, στο βιβλίο. (Το ξεφυλλίζουμε αρκετά στις φωτογραφίες παρακάτω)
Η φρίζα, άλλαξε;
Βέβαια άλλαξε, αλλά συνεχίζει να είναι ένα. Σαν τις σκηνές μιας μικρούλας ταινίας. Είναι ταινία και κυριολεκτικά. Δεν πετάχτηκε ούτε κομματάκι. Ακόμη και ο τίτλος και τα βιογραφικά, βρήκαν τον τόπο τους. Και τίποτε δεν έγινε με ηλεκτρονικό τρόπο. Όλα με το χέρι. Μόνο η συρραφή της ταινίας, το μοντάζ σε δυο μέρη, έγινε ηλεκτρονικά. Οι ενώσεις δηλαδή. Και το χρησιμοποιήσαμε για εσώφυλλο κατά το στήσιμο.
Το εξώφυλλο το κάνεις τελευταίο;
Σχεδόν πάντα, και πολύ συχνά επιλέγω εικόνα από το εσωτερικό. Εδώ όμως, όχι. Το δωμάτιο που θα μπούμε για να μας μιλήσει η ιστορία της Ροδιάς-κόρης είναι σε σπίτι. Και το σπίτι έχει εξώθυρα. Και έχει κι ένα κοριτσάκι, την ίδια τη μαμά Περσεφόνη, να μας καλωσορίσει.
Έντεκα χρόνια μετά, βλέπεις να έχει αλλάξει κάτι στα βιβλία που καλείσαι να εικονογραφήσεις και στο παιδικό βιβλίο γενικότερα;
Πολλά. Τι κι αν γράφονται θαυμαστά κείμενα, τι κι αν η ζωγραφική και η τέχνη του βιβλίου είναι ζωντανές, όλα τ’ άλλα έχουν πολύ περιοριστεί. Θα περιμένουμε ωστόσο, είμαστε εδώ, στην εξώθυρα του βιβλίου που επιμένει να μετέχει της τέχνης.