Από τον Χρήστο Μπουλώτη (εισαγωγικό κείμενο για την ατομική της έκθεση «Ερωτικό Εικονοστάσι», Γκαλερί «7», Αθήνα, Φεβρουάριος 2016):
Με όχημα τον αρχαιοελληνικό μύθο ταξιδεύουν ώς τις μέρες μας αρχετυπικά “σχήματα” της ανθρώπινης σκέψης και συμπεριφοράς, συχνά περίπλοκα, άλλοτε τρυφερά και ήπια κι άλλοτε πάλι κοφτερά, απρόσμενα, “παραβατικά”. Ο έρωτας, σε όλες τις μορφές του, ως αναγκαίο αντίδοτο στον θάνατο αλλά συχνά και ομόζυγός του με τα όρια ρευστά, έδωσε άφθονη τροφή στον μύθο, γονιμοποιώντας διαχρονικά την τέχνη.
Στα πάθη του μυθικού έρωτα βούτηξε τον εμπνευσμένο χρωστήρα της η Φωτεινή Στεφανίδη για να μας δώσει πάλι ζωγραφικά αφηγήματα αρθρωμένα σ’ ένα ποιητικό πολύπτυχο που δένει λυρικά το θεϊκό με το επίγειο, το μακρινό εκείνο με το παλλόμενα σημερινό. Γιατί οι έρωτες της Στεφανίδη, είτε φορούν αρχαίο ρούχο είτε μακό φανελάκι, λαλούν την ίδια γλώσσα που είναι και η δική της γλώσσα.
Από την Αθηνά Σχινά (κριτικό κείμενο για την έκθεση "Νηπενθή και Εωθινά" σους 21ους ΠΛΟΕΣ στην Άνδρο. Αύγουστος 2015):
Η Φωτεινή Στεφανίδη ξεκινά στη ζωγραφική της από τις διαδρομές ενός βλέμματος που περισκοπεί και εξιχνιάζει που εμβαθύνει και εσωτερικεύει τον “μικρό και μέγα κόσμο” της καθημερινότητας, των βιωμάτων, των αναμνήσεων, των προσδοκιών, των ονείρων, τον κόσμο του εφήμερου αλλ' όμως καθοριστικού, μαζί με τον άλλο κόσμο των επιθυμιών και της μεγέθυνσης του στιγμιαίου όπως αποτυπώνεται και αναθρώσκει από το υποσυνείδητο. Στις εικαστικές αναπλάσεις όλων αυτών των “ομάδων” που απαρτίζουν τα δικά της “περιβάλλοντα” προέχει ο ποιητικός τρόπος με τον οποίο συνειρμικά τα συνθέτει, αποδίδοντας τις μεταισθήσεις μιας πολυώνυμης εντέλει πραγματικότητας. Τα χρώματά της χοϊκά και ευφρόσυνα, μεταγγίζουν μια νοσταλγική και ονειρική διάθεση που περιθάλπει και ταυτοχρόνως διαστέλλει τις ασήμαντες λεπτομέρειες, οι οποίες ανεπίγνωστα αποκτούν ένα σημασιολογικό εύρος κατακτώντας στη ζωγραφική της την πρωτόγνωρή τους πολυτιμότητα. Με αφαιρετικό τρόπο και άλλοτε μα συνδυαζόμενα τα αναγνωρίσιμα στοιχεία μιας πιο ρεαλιστικής γραφής, η Φ. Στεφανίδη ζωγραφίζει με τον τρόπο που θα κρατούσε ένας ευαίσθητος δέκτης ημερολογιακές σημειώσεις. Στα έργα της η φύση γίνεται ανθρώπινη εμπειρία κι αντίστροφα η ανθρώπινη εμπειρία γίνεται ένα συναισθαντικά δονούμενο “τοπίο” που εμπεριέχει συγκερασμένους χρόνους, τόπους, ρυθμούς, εποχές, ποιότητες, γεύσεις, οσφρήσεις και ανακρούσματα, που παραπέμπουν σε μουσικές ιδιοσυχνότητες. Ουσιαστικά η ζωγράφος απεικάζει μέσα από τον ψυχικό της παλμογράφο πραγματικότητες, παραμυθίες και υπρβάσεις που αναιρούν τη φθορά κι εξοβελίζουν τη λησμοσύνη, γεφυρώνοντας το παρελθόν με το παρόν, τα συνειρημένα με τα ασυναίρετα και τα ερωτηματικά του βίου με τα θαυμαστικά του.
Από την Ιφιγένεια Μαστρογιάννη (Νοέμβριος 2013):
Προσωποποιημένοι με ιδιαίτερο μορφοπλαστικό λεξιλόγιο και ένα θαυμάσιο συνδυασμό γραμμικών τύπων και χρωματικών τόνων, οι Μήνες της Φωτεινής Στεφανίδη αποτελούν έργο με ποιητικό χαρακτήρα. Αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι πως όλο το βάρος ρίχνεται στην πνευματικότητα των μορφών, σε μια ανάδοση καθαρά υπαινικτική. Τα πρόσωπα, οικεία και απόμακρα μαζί, μετουσιώνουν το χρώμα και την έκφραση σε μια μυστική κοινωνία βαθύτατα ελεύθερη και απόλυτα εξομολογητική. Η εσωτερικότητα του χρώματος στα φόντα, με τους γαιώδεις, κλιμακωτούς τόνους ενώνει τους Μήνες σε ένα αδιάσπαστο σύνολο, στο ιδανικό της ζωγράφου, που είναι γαλήνιο και ευγενικό. Τα λίγα παραπληρωματικά θέματα-καρποί και άνθη που παίζουν με τον αέρα- πλαισιώνουν τα βαθικά πρόσωπα που μας κοιτάζουν κατάματα, σίγουρα στην αινιγματική Σιωπή τους, και μας αφήνουν να δούμε στα μάτια τους τον εαυτό μας, με τα οράματα και τις ελπίδες του, τη χαρά ή την κρυμμένη του οδύνη.«Αυτοί οι μήνες πόσο βαθιά τη σκάβουν την ψυχή! Πώς η αξίνα χτυπάει αναπάντεχα τις ρίζες».
Από τον Χρήστο Μπουλώτη:
Η μακροχρόνια στενή συνεργασία μου με την ζωγράφο και εικονογράφο Φωτεινή Στεφανίδη είναι πράξη αμφίδρομα εξαγνιστική. Συχνά μοιάζει με αναγκαίο και για τους δυό μας παιχνίδι. Και πάντως έχει κάτι από τη γοητεία του παραμυθιού. Εκείνη είναι η μάγισσα και συνάμα η νεράιδα του χρωστήρα που ξέρει να ταξιδεύει τον λόγο μου πολύ πιο πέρα απ' όσο στοχεύω εγώ. Στα δεκαπέντε περίπου βιβλία που μου εικονογράφησε ως τώρα (παραμύθια, παραμυθένιες ιστορίες, ποίηση) η ζωγραφική της δεξιοτεχνία συναντά μια ιδιόλεκτη ευαισθησία και έναν ποταμό εικόνων. Τον δικό της αστείρευτο ποταμό. Γιατί πράγματι η Φωτεινή Στεφανίδη, πρώτα από όλα, είναι μανιώδης της εικονοπλασίας που γνωρίζοντας την δεοντολογία της εικονογράφησης, ιδίως οσάκις αυτή απευθύνεται σε παιδιά, μιλά μια γλώσσα εύληπτη και συνάμα απαιτητική. Κατεβαίνει στο μπόι των παιδιών για να τα ανυψώσει, ακονίζοντας τη φαντασία και την αισθητική τους. Κοντολογής, το σώμα των κειμένων μου αισθάνεται όμορφα, όταν το ντύνουν οι εικόνες απ' το χέρι της Φωτεινής Στεφανίδη.
Από την Άλκη Ζέη:
Η Φωτεινή Στεφανίδη είναι μία από τις πιο άξιες εικονογράφους της χώρας μας.
Όσον αφορά τον τομέα του παιδικού και του εφηβικού βιβλίου, η δύναμη της εικόνας της αιχμαλωτίζει τον μικρό αναγνώστη και τον κάνει να ονειρευτεί τους μαγικούς κόσμους του παραμυθιού, αλλά και να ζήσει στιγμές ξεχωριστές της σημερινής ζωής.
Η συνεργασία μου μαζί της υπήρξε απόλυτα δημιουργική. Ξέρει να εκφράζει τη σκέψη του συγγραφέα, να διεισδύει στο κείμενο με τόση ακρίβεια και ευαισθησία που κοιτάζοντας την εικόνα, έχεις την εντύπωση πως βλέπεις να ζωντανεύουν οι σελίδες του βιβλίου σου. Όσο για τους ήρωές σου, τους αποδίδει ακριβώς όπως τους έχεις φανταστεί.
Έχει πάθος για τη δουλειά της, σέβεται το κείμενο που εικονογραφεί και χωρίς να θέλει να επιβληθεί, ξεχωρίζει όμως αυτό, το κάτι εντελώς δικό της που συνεπαίρνει.
Είναι ευτυχία να έχεις την τύχη να εικονογραφεί το βιβλίο σου η Φωτεινή Στεφανίδη.
Από την Φωτεινή Φραγκούλη:
ΠΡΟΣ ΚΑΡΔΙΑΝ
Μη μου χτυπάς. Ξέρω.
(Μονόστιχο ποίημα του Κύπριου ποιητή Κώστα Μόντη)
Η γνωριμία και η συνεργασία μου με τη Φωτεινή Στεφανίδη μου έδωσε την ευχαριστη έκπληξη και ικανοποίηση να βιώσω τον στίχο αυτόν, ακριβώς και απολύτως.
Πράγματι εγκάρδια και χωρίς περιττές συζητήσεις ανταποκρίθηκε η ευαισθησία της στην αποκρυπτογράφηση των συναισθημάτων που εγκυμονούν οι λεξεις μου.
Αργότερα διαπίστωσα ότι αυτό χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο πρόσωπο ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη: Η ευκολία στην εμβάθυνση και η ευλυγισία και η προσαρμογή στον λόγο και η απόδοσή του με τον δικό της εικαστικό τρόπο.
Με πόση χάρη παίρνει το ξένο ρούχο! Το φορά, το σέβεται. Το αγαπά και συμπληρώνει τη δική της φωτεινή θωπεία. (...)
Από τον Παναγιώτη Κουσαθανά:
(...) Ως ζωγράφος η Φωτεινή Στεφανίδη έχει καταφέρει κάτι πολύ δύσκολο: Να μεταμορφώνεται πρωτεϊκά ανάλογα με τις ανάγκες του υλικού της, συγχρόνως όμως να παραμένει η ίδια καλλιτέχνις με την ξεχωριστή γραμμή του σχεδίου της, τη λαμπρότητα και ζεστασιά των χρωμάτων της, την ξεχωριστή ατμόσφαιρα, την αβίαστη ευκολία που δεν ξεπέφτει ποτέ σε προχειρότητα, την παιδική απλότητα που μιλάει ευθέως στην ψυχή και τη μοναδική πατίνα στη δουλειά της που προσωπικά μου θυμίζει την ποιότητα των χρωμάτων των πομπηιανών τοιχογραφιών ή καλύτερα το ύφος των αρχαίων τοιχογραφιών της γειτονικής μου Δήλου. Η δουλειά της λιτή, απογυμνωμένη από περιτά στολίδια και φλύαρες διακοσμήσεις, περιεκτική, ξεχωριστή και εντελώς προσωπική, αφήνει να μιλήσει πάντοτε η ουσία, γι' αυτό, άλλωστε και το αποτέλεσμα είναι τόσο εντυπωσιακό και δραστικό που δεν ξεχνιέται εύκολα. (...)
Από την Μαρίζα Ντεκάστρο:
Το πρώτο που αντιλαμβάνεται ο πεπειραμένος αναγνώστης ξεφυλλίζοντας τα βιβλία που έχει εικονογραφήσει η Φωτεινή Στεφανίδη είναι μια αίσθηση καλλιτεχνικής πληρότητας, ένα ευαίσθητο και τρυφερό πλησίασμα του κόσμου της φαντασίας μέσα από τα χρώματα και τις συνθέσεις που τον αποδίδουν. Οι εικόνες που συνοδεύουν τις ιστορίες έχουν τη δική τους ζωή και φωτίζουν, με υπαινικτικό τρόπο θα λέγαμε, πλευρές που δεν αναφέρονται σαφώς στο κείμενο. Δημιουργούν ατμόσφαιρα και πάνω απ' όλα αποτελούν το σκηνικό μέσα στο οποίο κινούνται οι ιστορίες των συγγραφέων. Αυτό το σκηνικό είναι που αναδεικνύεται σε κάθε εικαστική πρόταση της Φωτεινής Στεφανίδη και το οποίο κάνει κάθε δουλειά της μοναδική. Τα χρώματα, η σύνθεση, το φως, τα υλικά της ζωγραφικής της, η λεπτή παρατήρηση του γύρω κόσμου μάς κάνουν να τον νιώθουμε κοντινό και οικείο ενώ ταυτόχρονα μας δημιουργούν την αίσθηση της πολυπλοκότητας και των στιγμιαίων αλλαγών του. H ποιητικότητα τής δουλειάς της ταιριάζει απόλυτα με τα κείμενα που επιλέγει να εικονογραφήσει.
Από την Βάσω Ψαράκη (σκεπτικό για βράβευση από τον ΚΕΠΒ του βιβλίου του Χρήστου Μπουλώτη και της Φωτεινής Στεφανίδη "Πατάτες με Κουδούνια στο Φούρνο", Μάρτιος 2005):
- Ατμόσφαιρα, φως, χρώμα δίνουν το τοπογραφικό στίγμα της ιστορίας (λεπτομέρειες σπιτιού, σιδεριά μπαλκονιού, καρυάτιδα, αυλή...) κάπ0υ κοντά στον Ιερό Βράχο. Όλα τα λούζει φως ανοιξιάτικο, φως με μια μυστική ποιότητα... Έχεις την αίσθηση ότι εκεί, έξω από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα κάτι σπουδαίο συντελείται και κάπου βλέπεις την Ακρόπολη ...και όλα πια δικαιολογούνται!
- Τρυφερό, ευρηματικό, χαρούμενο, με μικρές λεπτομέρειες που αλλού θα ήταν ασήμαντες και πιθανώς θα ξέφευγαν της προσοχής... Εδώ η Φωτεινή Στεφανίδη τις μετατρέπει σε συνθέσεις τρυφερές, συγκινητικής ευαισθησίας (ακρίδες που παντρεύονται, μυρμήγκι, ελιά, μηλο, αχνιστές πατάτες...)
- Οι εικόνες αγκαλιάζουν το κείμενο και το προεκτείνουν χωρίς να το πιέζουν, χωρίς να το περιορίζουν, χωρίς απλώς να το απεικονίζουν.
Από την εκπαιδευτικό Ιωάννα Γιουσφαρά, (Ιανουάριος 2013):
Όταν τέλειωσε ο αγιασμός, δεν πήγα αμέσως σπίτι. Είπα να περπατήσω. Η μέρα κρύα, αλλά ο ήλιος δυνατός. Ανεβαίνω αργά την Πεύκων. Να περάσω απ' το σχολείο, έχω καιρό να κάνω αυτήν τη βόλτα. Ο δρόμος άδειος, ο κόσμος έφυγε. Κάτι δεν μ' αφήνει να περιπλανηθώ. Ακούγονται φωνές, γέλια και μουσικές διάφορες από κάπου και όσο πλησιάζω τόσο δυναμώνουν. Έρχονται από μια αυλή και πάω κοντά να δω… και τι να δω; Τι αλλόκοτος κόσμος! Χορεύουν, αιωρούνται, τραγουδούν, χαίρονται, αστειεύονται, χαμογελούν, κάνουν υποκλίσεις… Η Κοκκινοσκουφίτσα, ο παπουτσωμένος Γάτος, ένα μενεξεδί αρνάκι… και ποιος δεν είναι σ' αυτήν την αυλή. Κυττάω στην αυλόπορτα… μολυβένια στρατιωτάκια τη φυλάν καμαρωτά. Έρχεται ένας σκύλος και μου λέει ότι τον λεν Ουίσκι και ότι εδώ είναι το σπίτι της Φωτεινής και ότι σήμερα γιορτάζει και ήρθαν να της ευχηθούν. “Να αυτή είναι η κυρία Μίνα”, μου έδειξε, “ήρθε με το ποδήλατο της και μας κερνάει γλυκό κεράσι. Α! θα τη δεις πάντα με το βαλιτσάκι της! Έχουμε και φρέσκα κεράσια, να τα, εκεί στα τραπεζάκια, να και το αρνάκι το μενεξεδί, μη ρωτάς για το χρώμα του, μεγάλη ιστορία, θα μας πιάσει σαρακοστή, ήρθε με τον ηλεκτρικό και εκεί είναι η Χελιδόνα πάντα καλοντυμένη με το μαύρο μακρύ της φόρεμα, να και ο γατούλης, αυτός με την κουστουμιά την πράσινη (ακόμα είναι με ένα παπούτσι) με την Ψαρίνα –love story μεγάλο, που να στα λέω τι αγωνία τραβήξαμε – δε μύρισες θάλασσα; Να και ο Τζον ο Αφεντούλης, ο άλλος μας ο γάτος, μάς αρρώστησε προχθές, αλλά τώρα είναι μια χαρά, ήταν στο Νιου Γιορκ -γιο μεν- μου μαθαίνει και εγγλέζικα. Το ποντικάκι απ' την ώρα που 'ρθε τρώει καρπούζι –δεν βλέπει τη κοιλιά του που φούσκωσε… Και μουσική ποιος παίζει;” ρωτάω. “Α! είναι ο γάτος της οδού Σμολένσκη, που να τον ακούσεις να παίζει Μότσαρτ!” “Καλά και πώς ήρθατε όλοι;” ρωτάω ξανά. “Μας έφερε με το κίτρινο λεωφορείο του ο κύριος Στέφανος, μας μάζεψε απ' τα παραμύθια και μας έφερε, κι αυτοί που μένουν κοντά ήρθαν με το ποδήλατο. Να δες! Γέμισε η αυλή ποδήλατα. Κι όσοι δεν είχαν ποδήλατο έκαναν με τα παιχνίδια τους ένα τρένο κι ήρθαν ταξιδεύοντας στον ουρανό και τα απόγευμα θα έρθουν κι άλλοι πολλοί. “Μα σε ζάλισα… ήθελες κάτι;” με ρωτά ο Ουίσκι “τα λέγαμε με την Κοκκινοσκουφίτσα και την Αλίκη και θέλω να πάω πάλι κοντά τους”. “Όχι, όχι”, του λεω”, πες Χρόνια Πολλά και από μένα στη Φωτεινή… να ναι καλά, γερή και δυνατή. Να γεμίσουν όλες οι αυλές των ανθρώπων με σας!”.“Μετά χαράς θα της πω τις ευχές σου!”, μου είπε, και ο Ουίσκι έφυγε και εγώ απόμεινα να κυττάζω αυτήν την αυλή. Φεύγοντας είδα ένα αλλιώτικο φως σε μια γωνιά του κήπου… Ήταν μια Λεύκα και ένα άσπρο Άλογο κοντά της, κάτι παράξενο τους έδενε… κάτι παράξενο συνέβαινε… Στη γωνιά του σπιτιού μου, με περίμενε το Πυθάρι. “Πάμε μέσα να σου πω τι είδα εδώ πιο κάτω στην αυλή της Φωτεινής… πράματα και θάματα!”